Η Ιεραποστολική και διαφωτιστική διακονία των Αγίων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου
Προσφέρουμε στους αναγνώστες της πύλης μας,εισήγηση του διευθυντή της βιβλιοθήκης της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας, υφηγητή, ηγουμένου Διονυσίου (Shlenov), που διαβάστηκε στις 25 Μαΐου του 2010 στην ολομέλεια του επιστημονικού και πρακτικού συνεδρίου «Σλαβικός κόσμος: ενότητα και πολυμορφία»που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της Πανρωσικής Εθνικής Συνόδου.
Статья

Παραδοσιακά, στο κέντρο των Ημερών των Σλαβικών Γραμμάτων και Πολιτισμού είναι οι Άγιοι Ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος, η μνήμη των οποίων εορτάστηκε ειδικά χθες, την ημέρα της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος επί των αποστόλων. « Καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ἁγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι».(Πραξεις 2,4) Ο προφητικός λόγος[1]των Αποστόλων σε άλλες γλώσσες έχει γίνει ένα ζωντανό κήρυγμα για τους παρόντες, το αποτέλεσμα του οποίου ήταν το γεγονός ότι την ίδια ημέρα  περίπου 3000 άνθρωποι πίστεψαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν (Πράξεις 2, 41). Αυτή η σύμπτωση, αν και εξαιρετικά σπάνια - η οποία συνέβηκε την τελευταία φορά 109 χρόνια πριν, το 1901 [2]- είναι ριζικά συμβολική: η χάρη του Αγίου Πνεύματος άνοιξε το νου των Αγίων αδελφών, καθώς και την διάνοια  των αποστόλων, για την κατανόηση άλλων γλωσσών, έτσι ώστε οι άνθρωποι- φορείς αυτών των γλωσσών να σωθούν.

Οι Άγιοι αδελφοί, οι οποίοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον εκχριστιανισμό αμέτρητου αριθμού ανθρώπων, έζησαν στα μισά του ΙΧ αιώνα - σε μια εποχή καθοριστική όχι μόνο στην ιστορία του Βυζαντίου, αλλά και  ολόκληρου του σλαβικού κόσμου. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, πνευματικά ωρίμασε και ενισχύθηκε μετά από αιώνες οδυνηρού αγώνα για τον εθνικό και πνευματικό  αυτοπροσδιορισμό, τόσο κατά των εξωτερικών εχθρών (Πέρσων, Αβάρων και Αράβων), καθώς και κατά των εσωτερικών, που αρνήθηκαν την εικονογραφία και τη χριστιανική παραστατικότητα, μπόρεσε, επιτέλους, να αναπνεύσει μια ανάσα ανακούφισης στα χρόνια του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου,του οποίου οι δραστηριότητες χαρακτηρίζονταν από εξαιρετική παραδοσιακότητα, εύρος και  διαφάνεια. Ακριβώς  ο Άγιος Φώτιος στο «εγκύκλιο μήνυμά του» του 867, ονόμασε την έβδομη Σύνοδο, οικουμενική, και σ'αυτή τη νέα εποχή του θριάμβου της Ορθοδοξίας, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία  καλούνταν να μοιραστεί  απλόχερα τον πνευματικό και πολιτιστικό πλούτο της με τους γύρω λαούς, και πρώτ' απ 'όλα με τους Σλάβους οι οποίοι  ήδη από το VI αιώνα άρχισαν να διεισδύουν στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία είτε με τα εχθρικά μαχητικά αποσπάσματα των Αβάρων είτε ως ειρηνικοί  μετανάστες. Αλλά τον IX αιώνα  είχαν την τύχη, μέσω των Κωνσταντίνου-Κυρίλλου και Μεθοδίου- Μιχαήλ και των μαθητών τους να λάβουν την Ορθόδοξη πνευματικότητα και τον πολιτισμό τους.

Ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος είναι Ισαποστολικοί άνδρες, ασκητές, ιεραπόστολοι, θεολόγοι, γραματείς με την καλύτερη έννοια του όρου τούτου και διπλωμάτες. Από τη μία πλευρά,  έλαβαν  μια άριστη εκπαίδευση, γνώρισαν πολύ καλά τους υψηλότατους κύκλους της κοσμικής και εκκλησιαστικής κοινωνίας: περίπου στα 845, ο Μιχαήλ (στο μέλλον Μεθόδιος), διορίστηκε διοικητής «Σκλαβονίας» μιας μεγάλης περιοχής στα βορειοδυτικά της Μικράς Ασίας, όπου ζούσαν πολλοί Σλάβοι. Αργότερα, στον Κωνσταντίνο ανατέθηκε η διαχείριση της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης στον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Σοφίας. Από την άλλη πλευρά, μερικά χρόνια της ζωής τους οι Άγιοι Αδελφοί πέρασαν στην ερημιά των μοναστηριών της Μικράς Ασίας. Και αυτή η εμπειρία της μοναστικής ζωής, της ενατένισης, της αυτοσυγκεντρώσεως στην προσευχή και του πνευματικού διαφωτισμού θα γίνει, επίσης, ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά στη διακονία των Αγίων Αδελφών για την διαφώτιση των Σλαβικών λαών.  Επειδή το επίκεντρο της διακονίας τους -στο βαθμό που μπορεί να κριθεί από τους σλαβικούς βίους αγίων - ήταν στη ιερουργία, δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι πρώτα μεταφράστηκαν λειτουργικά βιβλία και λειτουργικά αναγνώσματα της Γραφής. [3]

Με τη στενή έννοια, αποστολή σημαίνει μια ειδικά οργανωμένη δομή της Εκκλησίας, που έχει ως στόχο τον εκχριστιανισμό εκείνων που βρίσκονται έξω από αυτήν. Με πιο ευρύτερη έννοια είναι ένα κήρυγμα προς το παράδειγμα των Αποστόλων,οι οποίοι στηρίχθηκαν όχι τόσο σε εξωτερικό κύρος αλλά στη δύναμη του Ευαγγελικού Λόγο. Η ίδια η λατινική λέξη «missio» είναι μόνο μια μετάφραση της ελληνικής «ἀποστολή». Οι Άγιοι αδελφοί δίδασκαν αυτό που εκτέλεσαν οι ίδιοι, και ποτέ δεν φόρτιζαν δυσβάστακτα φορτία σ'εκείνους που δεν μπορούσαν να τα κουβαλάνε. Καθοδηγούνταν από το παράδειγμα του Χριστού, ο οποίος έλεγε: «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι» (Ματθαίος 20, 28). Το ιεραποστολικό και διαφωτιστικό έργο τους ήταν επιτυχές, ει μη τι άλλο, λόγω του γεγονότος ότι προτίμησαν το δρόμο της διακονίας παρά το δρομο της εξουσίας.

Της διαφωτιστικής δραστηριότητας μεταξύ των Σλάβων προηγήθηκε η ιεραποστολική-διπλωματική δραστηριότητα μεταξύ των Αράβων και των Χαζάρων, εκπροσώπων βασικών θρησκειών του κόσμου της εποχής εκείνης-του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού. Επιπλέον, έλαβαν χώρα οι λογομαχίες με τους ειδωλολάτρες [4] και με τον εικονοκλαστικό, πρώην πατριάρχη, Ιωάννη Γραμματικό[5]. Η εμπειρία της συζήτησης, της υπεράσπισης της γνώμης και του ατρόμητου κηρύγματος της πίστης ήταν απολύτως απαραίτητη και κατά την νέα διακονία στους σλαβικούς λαούς.

Συνήθως δείχνουν ότι το διαφωτιστικό έργο των Αγίων αδελφών μεταξύ των Σλάβων σημαδεύτηκε από:

- την εφεύρεση του αλφαβήτου,
- τη δημιουργία της γραφής και
- τον αυτοφυή πνευματικό πολιτισμό.

Δηλαδή, έπρεπε όχι απλώς να κηρύττουν στην δική τους γλώσσα ή στην ήδη υπάρχουσα ξένη γλώσσα, σαν κανονικοί ιεραπόστολοι, αλλά όπως οι απόστολοι την ημέρα Πεντηκοστής, να κηρύξουν στη νέα θεοαποκαλυφθείσα γλώσσα. Και το κήρυγμά τους δεν ήταν κήρυγμα των ψαράδων προς σοφούς, αλλά το κήρυγμα των χριστιανών φιλοσόφων σ'εκείνους που, όπως ένας καθαρός πίνακας, ήταν έτοιμοι να χωρέσουν τη γραφή της αιώνιας ζωής. Όποιο αλφάβητο και να δημιουργούσαν οι Άγιοι αδελφοί -γλαγολικό- που είναι πιο πιθανό- ή το κυριλλικό,αυτό το αλφάβητο δημιουργήθηκε για τη μεταβίβαση των χριστιανικών πνευματικών αξιών, για το ευαγγέλιο, για το Χριστό, για να γίνει μια αληθινή έξοδος  από την ζοφερή έρημο της Αιγυπτιακής αιχμαλωσίας στη Γη της Επαγγελίας. Σε καθεμιά από τις δύο βασικές αφηγήσεις για την εφεύρεση της σλαβικής γραφής, ή σε σχέση μ'αυτήν, λέγεται ακριβώς για το Ευαγγέλιο:

1). Το 860, στο δρόμο προς την πρωτεύουσα των Χαζάρων, ευρισκόμενος  στην Χερσόνησο της Κριμαίας,ο Κωνσταντίνος / Κύριλλος «βρήκε εκεί το Ευαγγέλιο και το ψαλτήρι, γραμμένο με τα Ρωσικά / Συριακά γράμματα, και συνάντησε έναν άνθρωπο που μιλούσε αυτή  την γλώσσα και συζήτησε μαζί του, και κατανόησε την έννοια αυτής της ομιλίας, και συγκρίνοντάς την με τη δική του γλώσσα,ξεχώρισε φωνήεντα και σύμφωνα γράμματα, και προσευχόμενος στο Θεό, σύντομα άρχισε να διαβάζει και να τους εξηγεί, και πολλοί τον θαύμαζαν, επαινώντας τον Θεό[6].

2). Και το 862, όταν ο κυβερνήτης της Μεγάλης Μοραβίας, Ροστισλάβ ζήτησε από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ να βαπτίσει τον λαό του και να τον κάνει συμμέτοχο στη χριστιανική γραφή και πολιτισμό[7], ο αυτοκράτορας ανέθεσε αυτό το μεγάλο έργο στον Άγιο Κύριλλο.[8] «Ο Κύριλλος υπάκουσε και μετά την προσευχή μαζί με τους συνεργάτες του (ή με τους ομοϊδεάτες του[9]), αμέσως άρχισε τη δουλειά. Και ο Θεός,ο οποίος ακούει τις προσευχές των δούλων Του, γρήγορα του αποκάλυψε (τη γραφή) και τότε εφηύρε τα  γράμματα και άρχισε να γράφει το λόγο του Ευαγγελίου: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος» (Ιω. 1, 1 ) και ούτω καθεξής».

Στην πρώτη, αρχική περίπτωση, ο Άγιος Κωνσταντίνος βλέπει ήδη γραμμένο από κάποιον το Ευαγγέλιο,στη δεύτερη ξεκινάει να ξαναγράφει τον Ευαγγελικό λόγο. Στην πρώτη περίπτωση αναφέρεται στην ακροαματική αφομοίωση μιας άγνωστης γλώσσας,στη δεύτερη, προτεραιότητα διατίθεται στο γραπτό λόγο. Ό τι και αν σήμαιναν στην πραγματικότητα για τη σλαβική φιλολογία αυτά τα πολύτιμα δεδομένα, τα οποία έχουν πολλαπλές και ενίοτε αντικρουόμενες ερμηνείες (είναι αρκετό να δούμε τη βιβλιογραφία του Κυρίλλου και Μεθοδίου που συντάχθηκε από τον Γ.Α. Ιλιίνσκι[10]), για την ιεραποστολή,η έννοιά τους είναι προφανής: η σλαβική γραφή δημιουργείται κατά κύριο λόγο ως ιερή γραφή. Το Ευαγγέλιο αποδείχνεται ακριβώς αυτός ο ακρογωνιαίος λίθος της πίστης, στον οποίο θα δημιουργηθεί  η εθνική και παγκόσμια αυτοσυνείδηση των Σλάβων.

Και σ'αυτό και στο άλλο απόσπασμα από τον βίο του Κυρίλλου χρησιμοποιείται η λέξη «Ευαγγέλιο», που αντιγράφει ακριβώς την ελληνική λέξη εὐαγγέλιον,και  το οποίο είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα λεξιπλασίας,δηλαδή εννοιών με τις οποίες οι  Άγιοι αδελφοί εμπλούτιζαν τη Σλαβική γλώσσα. Στους σλαβικούς Βίους των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου -σε μια από τις πιο σημαντικές και αποκλειστικές στο είδος της αγιολογικές πηγές - η λέξη «евангелие» χρησιμοποιείται σε συνδυασμό 17 φορές. Εκτός από τις προαναφερθείσες δύο θα αναφέρουμε τις πιο σημαντικές υποθέσεις από το « Βίο του Κυρίλλου» με χρονολογική σειρά.

Το Ευαγγέλιο, ένα από τα κύρια εργαλεία του ιεραποστολικού κηρύγματος των Αγίων αδελφών, αμέσως έγινε θέμα της ιεραποστολικής συζητήσης στη λογομαχία με τους εκπροσώπους της μουσουλμανικής θρησκείας,οι οποίοι είχαν στόχο να επιβάλουν στους χριστιανούς το πάθος του πασιφισμού και της μη αντίστασης στον εχθρό. Σε απάντηση σ'αυτό ο Άγιος Κύριλλος έπρεπε να συσχετίσει τα Ευαγγελικά λόγια του Κυρίου «προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς » (Ματθ. 5, 44) με τα λόγια «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (Ιω. 15, 13). «Για το καλό των φίλων μας έτσι κάνουμε για να μη γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης,εκτός από το σώμα και η ψυχή τους»[11]. Στην περίπτωση αυτή, ο Άγιος Κύριλλος είχε να εκφράσει την απολογία του δίκαιου αμυντικού πολέμου ( που είναι σκόπιμο να υπενθυμίσουμε σε σχέση με την 65η επέτειο της νίκης στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο), ο οποίος, ωστόσο, δεν έχει μόνο γήινους δίκαιους στόχους. Αυτοί που υπερασπίζουν τα σύνορα της πατρίδας, αγωνίζονται όχι μόνο για το σώμα αλλά και για τις ψυχές των προστατευομένων τους,υπερασπίζουν τα πνευματικά σύνορα.

Κατά την επιστροφή από την αποστολή στην Χαζαρία, ο Κύριλλος κάλεσε τους κατοίκους της πόλης Φούλας, της Κριμαίας, οι οποίοι ζούσαν ακόμα στη δυαδικότητα της θρησκείας, στην ανοιχτόκαρδη και πλήρη λήψη «του Ευαγγελίου της Καινής Διαθήκης του Θεού». Φιλώντας το Ευαγγέλιο, «οι άνθρωποι της Φούλας» έκοψαν τη  βελανιδιά, συγκολλημένη με την κερασιά, την οποία λάτρευαν,και την οποία ονόμαζαν με το ανθρώπινο όνομα, Αλέξανδρος[12]. Αυτό το επεισόδιο είναι επίσης πολύ χαρακτηριστικό.Η διακονία στον Θεό και στον Μαμωνά είναι ασυμβίβαστη. Ο Θεός απαιτεί απ' αυτούς που Τον ακολουθούν την θυσία των προκαταλήψεών τους, την άρνηση από οποιουδήποτε είδους άμεση ή έμμεση ειδωλολατρία. Μπορούμε μόνο να υποθέσουμε ότι η ανάγνωση του συγκεκριμένου επεισοδίου που περιγράφτηκε στον «Βίο του Κυρίλλου», συνέβαλε στο γεγονός ότι οι πρόγονοί μας εξάλειψαν πνευματικά την δική τους δυαδικότητα της θρησκείας, κόβοντάς την με το σπαθί της πίστης και της προσευχής.

Κατά τη σλαβική αποστολή η μεγαλύτερη σύγκρουση ξέσπασε με τους Γερμανούς κληρικούς, που αντιπροσώπευαν εξαιρετικά στενή προσέγγιση: ο Θεός «έχει επιλέξει μόνο τρεις γλώσσες - την εβραϊκή,την ελληνική και τη λατινική, με τις οποίες πρέπει να δοξάζουμε το Θεό»[13]- η οποία ονομάστηκε από τους Αγίους αδελφούς αίρεση της τριγλωσσίας. Αυτή η σύγκρουση ήταν ενδεικτική. Όπως είναι γνωστό, η αρχή της τριγλωσσίας, στην πράξη, για τους Σλάβους σήμαινε μονογλωσσία, επειδή η εβραϊκή γλώσσα δεν συζητιόταν σοβαρά, και για την Ελληνική γλώσσα τα Λατινικά ήταν πραγματική και πολύ ισχυρή εναλλακτική λύση.«Ο Κωνσταντίνος τους νίκησε με τα λόγια της Αγίας Γραφής», και αναφερόμενος στην Παλαιά Διαθήκη και στο Ευαγγέλιο[14], υπερασπίζοντας όχι την φιλολογική εφευρετικότητα του μυαλού,όχι την προσωπική φιλοδοξία, αλλά την ελευθερία αυτοέκφρασης των σλαβικών λαών, χωρίς την οποία δεν θα μπορούσε να υπήρχε ο πολιτισμός, ριζωμένος στο εθνικό πνεύμα, ούτε κήρυγμα, ούτε εκκλησιασμός.

«Έτσι και στο Ευαγγέλιο ο ίδιος ο Κύριος λέει:« ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ιω. 1, 12). Και αλλού: «Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἓν ὦσιν, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί» (Ιω. 17, 20-21). Και στο Κατά Ματθαίον: «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς. Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ' ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν». (Ματθ. 28, 18-20). Και στο Ευαγγέλιο κατά Μάρκον: «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ο πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται·  Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει· ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς·»(Μκ.16,15-17).


Τέλος, λίγα λεπτά πριν από το θάνατό του στη Ρώμη, ο Άγιος Κύριλλος προσευχόταν θερμά για τους νεοφώτιστους Σλάβους: «... έμπνευσε στην καρδιά τους τα λόγια της διδασκαλίας Σου. Είναι το δώρο Σου, και αν δέχθηκες εμάς, ανάξιους του κηρύγματος του Ευαγγελίου του Χριστού Σου, να επιδιώκουμε τα καλά έργα και να κάνουμε ό τι είναι αρεστό σε Σένα, αυτό που μου έδωσες, ως  δικό Σου σε Σένα προσφέρω...»[15]. Αλλά τι σημαίνουν αυτά τα λόγια; Τι ακριβώς σκόπευε να επιστρέψει στο Θεό ο Κύριλλος σαν κάτι που ανήκει σ'Αυτόν; Ο Θεός έδωσε το ιερό Ευαγγέλιο στα αδέλφια, το οποίο ευαγγελίζονταν με αφοσίωση, αλλά έδωσε, επίσης, και τους Σλαβικούς λαούς, στους οποίους απευθυνόταν το ευαγγελικό κήρυγμα. Εδώ δεν υπάρχει καμία διαφορούμενη έννοια και πολύ λιγότερο αντίφαση: ο Θεός έδωσε στους Αγίους αδελφούς τους σλαβικούς λαούς η καρδιά των οποίων, ακούγοντας τα λόγια του ευαγγελίου, έγινε ένα ζωντανό αχειρόγραφο βιβλίο, φορέας ευαγγελίου το οποίο θα παραμένει ακόμα και όταν όλα τα βιβλία θα εξαφανιστούν.

Αλλά τα ιερά βιβλία δεν καίγονται. Μετά το θάνατο του Αγίου Κυρίλλου, όμως, πολύ πριν από το θάνατο του Αγίου Μεθοδίου, ο Πατριάρχης Ιγνάτιος απέστειλε προς τους προγόνους μας Ρώσους έναν επίσκοπο με κλήρο. Ο Βυζαντινός χρονογράφος, διάδοχος του Θεοφάνους, αναφέρει ένα θαύμα, που έγινε μετά την προσευχή ενός ιερέα, και  το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο  στην επιλογή της χριστιανικής πίστης και της βάπτισης.Οι Ρώσοι «ζήτησαν να ριχτεί στη φωτιά που έκαναν, το ίδιο το Βιβλίο της χριστιανικής πίστης, το θείο και ιερό Ευαγγέλιο, και αν παραμείνει άθικτο και άκαφτο, τότε θα στραφούν στο Θεό που διακηρυσσόταν. Μετά από αυτά τα λόγια ο ιερέας ύψωσε τα μάτια και τα χέρια προς το Θεό και είπε: «Δόξασε το όνομα Σου, Ιησού Χριστέ, Θεέ μας στα μάτια αυτής της φυλής» - και αμέσως πέταξε στη φωτιά το βιβλίο του Αγίου Ευαγγελίου.Πέρασε αρκετή ώρα και όταν έσβησε η φλόγα διαπίστωσαν ότι ο ιερός τόμος ήταν άθικτος και  δεν έπαθε ζημία από τη φωτιά, έτσι ώστε οι κρόσσοι των κλειδαριών του βιβλίου δεν χάλασαν και δεν είχαν αλλάξει. Είδαν αυτό οι βάρβαροι, έμειναν κατάπληκτοι από το μεγαλείο του θαύματος και χωρίς αμφιβολία άρχισαν να βαπτίζονται »[16]. Αυτό το γεγονός, το οποίο θεωρείται, από τους επιστήμονες, ένα από τα περιστατικά του πρώτου βαπτίσματος των Ρως, μας δείχνει πολλά πράγματα: την ύπαρξη της γλώσσας επικοινωνίας μεταξύ του Ιερέα και των Ρώς, την σταθερή πίστη, παρόμοια με την πίστη των πρώτων μαρτύρων, η αμοιβή για την οποία  ήταν το θαύμα του κηρύγματος, όταν ο λόγος του Ευαγγελίου οχι μόνο δεν κάηκε στην εξωτερική φωτιά, αλλά ήταν σε θέση να σβήσει την εσωτερική φωτιά της απιστίας, καθώς και την απλότητα και αφέλεια των προγόνων μας, οι οποίοι αθώα παρέδωσαν τον εαυτό τους στο Θεό, εμπιστευόμενοι στο θείο θαύμα. Με το φως αυτής της πίστης ήταν εμποτισμένο το ευαγγέλιο των αγίων αδελφών και παρά τα εμπόδια και τους διωγμούς μέχρι τώρα είναι καθοριστικό για την πνευματική παράδοση των σλαβικών, καθώς και όλων των χριστιανικών λαών.

Παρά τους τρομερούς παγκόσμιους κατακλυσμούς, παγκόσμιους πολέμους, παρ 'όλες τις σύγχρονες διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης, οι οποίες έχουν όχι μόνο θετικές αλλά και πολύ αρνητικές συνέπειες, οι σλαβικοί λαοί διατηρούν το ευαγγέλιο που κηρύχτηκε από τους ισαποστόλους αδελφούς, καθώς και τα κείμενα της Αγίας Γραφής και της λατρείας. Οι σύγχρονα μάρτυρες, νεομάρτυρες και ομολογητές επιβεβαίωσαν και επιβεβαιώνουν ότι αυτές οι αλήθειες της Ορθοδοξίας είναι ανεξολόθρευτες. Όμως αυτό που δεν μπορεί να κάνει ένας εχθρός, μπορεί να κάνει η λήθη. Από δω,ο άφθαρτος ρόλος της γιορτής μας,η οποία σε καιρό ειρήνης υπενθυμίζει ότι το κήρυγμα ή η αντίληψη της αλήθειας της Ορθοδοξίας είναι ένα κατόρθωμα που απαιτεί την έντονη προσπάθεια όλων των δυνάμεων, που οδηγεί στην μεταμόρφωση.



[1] Οι απόστολοι μίλησαν σε διάφορες γλώσσες σε απάντηση του προφητευόμενου από τον προφήτη Ιωήλ για τις τελευταίες μέρες, οι οποίες ήταν αντιληπτές απ'αυτούς  ως οι μέρες του ερχομού του Χριστού: «ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ Πνεύματός μου, καὶ προφητεύσουσι».(Πράξεις 2, 18).Η προφητεία είναι προόραση της Καινής Διαθήκης στην Παλιά, είναι η υπέρβαση του παρελθόντος για την  συνάντηση με τον Χριστό. Και οι Άγιοι αδελφοί, επίσης προφητικά αντιλαμβάνονταν την Παλαιά Διαθήκη, όπως φαίνεται από το «Βίο του Κυρίλλου» 12, όπου μετά από δύο αποσπάσματα από τους  προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης (Ησαΐας 66, 18-19 και Ιερ. 16, 16),λέγεται: «Αυτό είναι το Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης του Θεού »(τσιτάτο από: Ν. Ταχίαος A.-E. Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, φωτιστές των Σλάβων.Αγ.Π, 2005. σελ. 284. Περαιτέρω, σε παρόμοιες αναφορές στο βίο του Αγίου Μεθοδίου και Κυρίλλου θα δοθούν μόνο σελίδες αυτού του βιβλίου) .

 

[2] Το 1942 και το 1953 η γιορτή του Αγίου Κυρίλλου και Μεθοδίου, συνέπεσε με την ίδια την ημέρα της Αγίας Τριάδος.

[3] Βίος του Μεθοδίου 15: «Νωρίτερα, μαζί με τον Κωνσταντίνο φιλόσοφο έχουν μεταφραστεί μόνο το Ψαλτήριο, Ευαγγέλιο,ο Απόστολος, και επιλεγμένες εκκλησιαστικές ακολουθίες» (σ. 311).

[4] Βίος του Κυρίλλου 12 (σελ. 283 - 285).

[5] Βίος του Κυρίλλου 5 (σελ. 264-267).

[6] Βίος του Κυρίλλου 8 (σελ. 272).

[7] Ταχιάος A.-E. Ν. Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος φωτιστές των Σλάβων. Αγ.Πετρ, 2005. Σελ. 97-98.

[8] Βίος του Κυρίλλου 14 (σελ. 285-289)

[9] Με εκείνους «οι οποίοι είχαν τις ίδιες σκέψεις, καθώς και αυτοί» (Βίος του Μεθοδίου 5. σελ. 304).

[10] Ιλιίνσκι Γ.Α. «Εμπειρία συστηματικής βιβλιογραφίας των Κυρίλλου και Μεθοδίου». Σόφια, 1934. Σελ. 115-122.

[11] Βίος του Κυρίλλου 6 (σελ. 269).

[12] Βίος του Κυρίλλου 12 (σελ. 284).

[13] Βίος του Κυρίλλου 15 (σελ. 289).

[14] Σύγρ.Βίος του Κυρίλλου 16 (σελ. 291-292).

[15] Βίος του Κυρίλλου 18 (σελ. 296).

[16] Theophan. Continuat. Chronograph. 6, 1997 / Εκδ. Ι. Bekker. Βόννη, 1838. Π. 344:4-18. TLG 4153 / 1 [Corpus scriptorum Historiae Byzantinae] ρως. μεταφρ.: Διάδοχος του Θεοφάνη. Βιογραφία των βυζαντινών αυτοκρατόρων / Μετάφραση, άρθρα, σχόλια Γ.Ν. Λουμπάρσκι Αγ.Π., 1992. Σελ. 142-143.

Комментарии ():
Написать комментарий:

Другие публикации на портале:

Еще 9